Βιβλιοπαρουσιάσεις: Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;

Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;

Ιωάννα Μπουραζοπούλου

Εκδόσεις Καστανιώτη (έτος 1ης έκδοσης: 2007)

 

Παρουσίαση: Έφη Τσώτσου

Μεγάλη η χαρά να μιλάς για συγγραφείς που αγαπάς. Ο λόγος για την συναπόφοιτο, βραβευμένη συγγραφέα μυθιστορημάτων, διηγημάτων και ενός παιδικού βιβλίου, Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Το ανάγνωσμα: “Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;”, Εκδόσεις Καστανιώτη (έτος 1ης έκδοσης: 2007). Για την ιστορία, το συγκεκριμένο βιβλίο τιμήθηκε το 2008 με το “The Athens Prize for Literature” του περιοδικού (δε)κατα και κυκλοφορεί μεταφρασμένο στα αγγλικά και τα γαλλικά. Τo 2013 η αγγλική εφημερίδα “The Guardian” το κατέταξε στα καλύτερα βιβλία επιστημονικής φαντασίας της χρονιάς και ήταν υποψήφιο για το British Science Fiction Association Award.

Ακολουθεί μια σύντομη επιστολή, ως ελάχιστος φόρος τιμής στο βιβλίο.

 

Αθήνα, 19-03-2021

Προς κάθε ενδιαφερόμενο

Δεν ξέρω ποιος είναι ο πραγματικός λόγος που γράφω αυτή την επιστολή. Και φοβάμαι μην λαθέψω και αποκαλύψω περισσότερα απ’ όσα θα έπρεπε, πράγμα αναπόφευκτο, αφού οι επιστολές πάντα φανερώνουν περισσότερα απ’ όσα θα ήθελε ο συντάκτης τους. Έδωσα όμως μια υπόσχεση και θα την τηρήσω. Θα μιλήσω για ένα βιβλίο ή, μάλλον, για την αίσθηση ενός βιβλίου.

Η ιστορία ξεκίνησε όπως συνήθως ξεκινούν αυτές οι ιστορίες: ένα καλό προαίσθημα, ένα κλείσιμο ματιού από το εξώφυλλο, μια ενθουσιώδης κριτική. Το βιβλίο βρισκόταν στα χέρια μου κι εγώ, ως ανυποψίαστη αναγνώστρια, το άνοιξα στην πρώτη σελίδα.

Το σημάδι ήταν προφανές, η επιγραφή τοποθετημένη σε κοινή θέα: Ίσως η πραγματικότητα να μην είναι παρά ομαδική παραίσθηση. Ξένε, καλωσόρισες στην επικράτεια της φαντασίας. Άφησε τις βεβαιότητές σου στην πύλη και προχώρησε ελαφροπατώντας.

Ευτυχώς, ο φόβος του αγνώστου μετριάστηκε καθώς στην πύλη βρισκόταν ο ήρωας για να με υποδεχθεί. Phileas Book, μα ναι, το όνομα κάπου το ξέρω, τον εμπιστεύομαι, μου ξυπνά μνήμες από τα παιδικά μου διαβάσματα. Είναι θετικός και έξυπνος, κι ας είναι εδώ πληγωμένος, διαιρεμένος, με μια σκιά που δεν μεγαλώνει και με την περιέργεια και την ενοχή να τον κατατρώγουν.

Ο ήρωας μου έδειξε την κάτοψη του παράξενου κόσμου του, ενός κόσμου όπου οι πολιτείες μας δεν υπήρχαν, βυθίστηκαν σαν άλλες Ατλαντίδες. H Μεσόγειος υπερχείλισε και εξαφάνισε όλες τις παράκτιες χώρες της, όλη τη Βαλκανική Χερσόνησο, δημιουργώντας καινούργια λιμάνια: Παρίσι, Βιέννη, Μαδρίτη. Στη Νεκρά Θάλασσα αναβλύζει ένα βιολετί αλάτι, εθιστικό και μυστηριώδες. Το βιολετί αλάτι είναι πλέον το πολυτιμότερο αγαθό, πιο πολύτιμο από την ανθρώπινη ζωή, είναι το θυμίαμα του κέρδους της μυστηριώδους Κοινοπραξίας των Εβδομηνταπέντε, που το εξορύσσουν και το πωλούν κατ’ αποκλειστικότητα.

Κάπως έτσι αναδύθηκε μια νέα πολιτεία στη Νεκρά Θάλασσα, ο ναός της εξόρυξης του αλατιού: είναι η Αποικία, τα σύγχρονα Σόδομα, μια πόλη που ανήκει στους Εβδομηνταπέντε, με κατοίκους που ανήκουν στους Εβδομηνταπέντε, με εξουσία που ανήκει στους Εβδομηνταπέντε. Τα παράξενα γεγονότα που ακολούθησαν τον αιφνίδιο θάνατο του Κυβερνήτη της Αποικίας καλείται να διαλευκάνει ο ήρωας, μέσα από τα πολλαπλά κάτοπτρα των επιστολών που απεύθυναν οι έξι πεπτωκότες αξιωματούχοι της πόλης προς τη μυστηριώδη Κοινοπραξία.

Από το πρώτο βήμα που έκανα στο υγρό πλακόστρωτο της Αποικίας, διασχίζοντας το μαίανδρο των επιστολών, κατάλαβα ότι παγιδεύτηκα. Το βιβλίο είχε τυλιχτεί γύρω μου κι εγώ μπορούσα μονάχα να γυρίζω τις σελίδες, σκίζοντας τον αρρωστημένο και πηχτό αέρα αυτής της πόλης. Τα όρια των ειδών ήταν δυσδιάκριτα: φαντασία, δυστοπία, μυστήριο, αλληγορία. Περπατούσα, ακολουθώντας μια περίτεχνη γραφή προς μια αναπόφευκτη κλιμάκωση, ενώ, γύρω μου, τα σκοτεινά γεννήματα της φαντασίας των έξι καταραμένων επιστολογράφων έπαιρναν σάρκα και οστά: δαίμονες της προηγούμενης ζωής τους σε χώρες που δεν υπήρχαν πια, άγγελοι-τιμωροί, Μαύρα Καράβια σαν μεγαλοπρεπή κήτη που αργοπεθαίνουν.

Αγαπητέ μελλοντικέ αναγνώστη, δεν θα ήθελα να σε προϊδεάσω περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Μόνο αν περπατήσεις μόνος σου στην ομίχλη της Αποικίας και στο μελαγχολικό λιμάνι του Παρισιού, τότε ίσως να καταλάβεις. Όμως, ακόμα και αν το ήθελα, δεν θα μπορούσα στη μικρή αυτή επιστολή να καλύψω τις διαστάσεις αυτής της μυθιστορίας. Είναι πολιτική αλληγορία, περιβαλλοντική δυστοπία, ανατομία μιας κοινωνίας, ψυχογράφημα, με νοήματα τόσο πυκνά που πολλές φορές έπρεπε να σημειώνω το δρόμο για να μην χαθώ. Θα μπορούσε να είναι το χρονικό της πτώσης μας ή το χρονικό της σωτηρίας μας. Ή και τα δύο ταυτόχρονα.

‘Ίσως τα Σόδομα δεν είναι μύθος. Ίσως να υπάρχει το έσχατο βασίλειο με τη μορφή εσωτερικού ορίου, που όταν το περάσεις δεν συμβαίνει κάτι τρομερό ή υπερφυσικό, απλώς στεγνώνει η ζωή σου σαν έρημος. Τότε συνειδητοποιείς ότι τα Σόδομα είναι ήσυχα και όχι θορυβώδη, ούτε θειάφι μυρίζει ούτε κορμιά σπαράσσονται γύρω σου, για την ακρίβεια τίποτε στο περιβάλλον δεν έχει αλλάξει, εκτός από εσένα. Τα Σόδομα δεν είναι μύθος, ο μύθος τους όμως τόσους αιώνες είναι ασαφής, γι’ αυτό δεν ξέρεις ακριβώς τι να φανταστείς όταν ακούς τη λέξη «Σόδομα» και φαντάζεσαι μάλλον αυτό που εύχεσαι, παρά αυτό που φοβάσαι.”

Έχοντας φτάσει στην τελευταία σελίδα, δεν μπόρεσα να μην χαμογελάσω. Μα τι παιχνίδι έπαιξε μαζί μου η συγγραφέας… Ελπίζω να μην προδίδομαι, αν και είναι αναπόφευκτο. Άφησα το χέρι του ήρωα, είχε έρθει η ώρα να απολαύσει κι αυτός την ανάπαυσή του. Το μόνο που ήθελα, να υποκλιθώ μπροστά στη συγγραφέα – μαέστρα της ορχήστρας των επιστολών και να μείνω για λίγο με κλειστά μάτια, απολαμβάνοντας την αίσθηση των καινούργιων νευρωνικών συνάψεων που λαμπύριζαν μέσα στο κεφάλι μου ….

Μέχρι την επόμενη φορά,

Μια αναγνώστρια.


Πρόσφατες δημοσιεύσεις


Αρχείο ανά μήνα

Θεματικές – Κατηγορίες

Ετικέτες (tags)